Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Σχολιασμός αποσπασμάτων από τα "ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΑ" του Απολλωνίου του Ροδίου


Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος γεννήθηκε στις αρχές του 3ου π.Χ αιώνος, πιθανότατα στην Αλεξάνδρεια. Υπήρξε μαθητής του ποιητή Καλλιμάχου1 του Κυρηναίου και χρημάτισε διευθυντής της βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας. Εκεί πλούτισε τις φιλολογικές του γνώσεις και αναδείχθηκε ως ένας από τους πολυμαθέστερους λογίους της εποχής του. Παράλληλα, ασχολούνταν με την ποίηση και την κριτική κειμένων. Εκείνο, όμως, που τον έκανε διάσημο και του εξασφάλισε σημαίνουσα θέση στην επική ποίηση είναι το έπος του Αργοναυτικά που διασώθηκε ολόκληρο και είναι κατά κοινή ομολογία το τελειότερο στο είδος του στην Αλεξανδρινή εποχή.

Τα Αργοναυτικά εκτείνονται σε τέσσερα βιβλία. Το έργο θεωρείται ένα έπος που μιμείται τα μνημειώδη ομηρικά ποιήματα λόγω του ηρωικού θέματός του, της έκτασής του και της ενιαίας του πλοκής. Ταυτόχρονα, όμως, ενσωματώνει στοιχεία της ελληνιστικής ποίησης με λόγιες αναφορές και αποτελεί παράδειγμα της τεχνικής της κατ’ αναλογίαν ποικιλίας και της επιλεκτικής αποσιώπησης της οφειλής στο ομηρικό πρότυπο. Στα αποσπάσματα που θα εξετάσουμε θα επιχειρήσουμε να ανιχνεύσουμε βασικά χαρακτηριστικά της ποίησης των ελληνιστικών χρόνων και ειδικότερα τις νεωτερικές τομές στον επικό κώδικα του Απολλωνίου.

Προοίμιο

Το προοίμιο λειτουργεί, εκτός από την εισαγωγή στο έργο, ως ειδικότερο προοίμιο για τα δύο πρώτα βιβλία. Αποτελεί μια μείξη λεπτότητας και μίμησης. Ο ίδιος ο ποιητής ορίζει το είδος του ποιήματος στον πρώτο στίχο με την αναφορά του στις δόξες παλαιών ανδρών, όπου τονίζεται η ανάμνηση του κλέους ως βασικό δομικό συστατικό του έπους. Αλλά αυτή η διάταξη τονίζει περισσότερο την αυτοσυνειδησία του ποιητή παρά το ρόλο της επικής παράδοσης, στην οποία τα ομηρικά προοίμια δίνουν προτεραιότητα με την επίκληση της Μούσας: «Άνδρα μοι έννεπε, Μούσα2» ή της θεάς: «Μήνιν άειδε, θεά3». Η Μούσα στον Όμηρο λειτουργεί ως δημιουργός της ποιητικής έμπνευσης. Στο νεωτερικό, όμως, έπος του Απολλώνιου γίνεται επίκληση στον Φοίβο Απόλλωνα. Να σημειωθεί εδώ η διάκριση του ανδρικού από τον γυναικείο ρόλο, εκείνον της κυρίως ηρωίδας της Μήδειας, σε μια αντιστροφή προς το αρχαίο έπος, όπου γίνεται επίκληση μιας γυναικείας θεότητας για τον ανδρικό ρόλο του κεντρικού ήρωα, όπως ο Αχιλλέας στην Ιλιάδα και ο Οδυσσέας στην Οδύσσεια. Η επιλογή του συγκεκριμένου θεού είναι καίρια, καθώς ο Απόλλωνας είναι ο θεός της ποίησης, της μουσικής, της μαντικής και του χρησμού που συνδέεται με το θέμα του έργου, την Αργοναυτική εκστρατεία.

Επίσης, τα Αργοναυτικά διαφοροποιούνται ως προς τα ομηρικά έπη στο γεγονός ότι κανένας χαρακτήρας του έπους δεν κατέχει κεντρική θέση, όπως οι ήρωες του Ομήρου. Τόσο ο Αχιλλέας, όσο και ο Οδυσσέας εμφανίζονται ονομαστικά ή περιφραστικά στους πρώτους στίχους του έπους τους, ενώ ο Ιάσονας δεν συστήνεται. Ο ποιητής δεν γράφει ένα προσωποκεντρικό έργο. Η αναφορά γίνεται σε πολλούς και η εκστρατεία προσλαμβάνει έναν συλλογικό χαρακτήρα. Επιπλέον, αφετηρία της εκστρατείας αποτελεί η διαταγή του βασιλιά Πελία για το χρυσόμαλλο δέρας, σημείο όπου τονίζεται το απολυταρχικό στοιχείο, σήμα κατατεθέν των ελληνιστικών βασιλείων. 
 
Βιβλίο 3 στ.275-300

Το 3ο βιβλίο των Αργοναυτικών είναι το πρωιμότερο σωζόμενο παράδειγμα ανάλυσης της παθολογίας του έρωτα στην αφηγηματική ποίηση. Ξεκινά εκ νέου με προοίμιο, στο οποίο ο ποιητής επικαλείται τη Μούσα Ερατώ4 που είναι η μούσα του έρωτα. Η επίκληση αυτή έχει αιτιολογικό χαρακτήρα την επίτευξη του ζητούμενου στόχου, που δεν είναι άλλος από την απόκτηση του χρυσόμαλλου δέρατος. Ο σκοπός επιτυγχάνεται με δόλο, ο οποίος εμπνέεται και ενεργοποιείται από τον έρωτα. Άλλωστε, η πρόκριση του ατομικού και συναισθηματικού, σε συνάρτηση με την περιρρέουσα ερωτική ατμόσφαιρα, τονίζουν τις νεωτερικές τομές της εποχής που επιφέρει ο ποιητής. Επιπρόσθετα, η θεϊκή δράση επηρεάζει καταλυτικά την ανθρώπινη βούληση. 

Στο απόσπασμα περιγράφεται η στιγμή που τοξεύει ο Έρωτας με τα βέλη του τη Μήδεια. Νεωτερικό στοιχείο συναντάμε στο σημείο της αφήγησης όπου πετά η θεότητα του Έρωτα. Εκεί ο Απολλώνιος με μία από τις πολλές παρομοιώσεις που χρησιμοποιεί τον παρομοιάζει με τη μύγα μύωπα που αγριεύει τις φοράδες. Πρόκειται για μια πληροφορία καθαρά φιλολογική, όπου ο ποιητής χρησιμοποιεί το άπαξ λεγόμενο για να ενσωματώσει λόγιες γνώσεις στο έργο του. 
 
Παρακάτω η σκηνή που περιγράφει το ερωτικό κεραυνοβόλημα της Μήδειας βρίθει από ζωντάνια και παραστατικότητα. Η κοπέλα μετατρέπεται σε ανυπεράσπιστο θύμα του έρωτα: «Στη θέα και μόνο του Ιάσονα τον κοίταζε με πύρινες ματιές, ενώ η μέχρι τότε φρόνιμη καρδιά της ταραζόταν μες τα στήθια της». Η αμηχανία της τονίζεται πολύ εύστοχα με μια ακόμη παρομοίωση για τον γλυκό πόνο που την κατέβαλλε, ο οποίος έμοιαζε με φλογερό δαυλί. Στους τελευταίους στίχους ο έρωτας ενσαρκώνει τη συμφιλίωση των αντιθέτων. Είναι ένας άγριος και ολέθριος έρωτας που τρυπώνει στην καρδιά της και που δεν απαντάται πουθενά στον Όμηρο. 
 
Βιβλίο 3 στ.947-972

Αυτό το απόσπασμα είναι παρμένο πάλι από το 3ο βιβλίο. Παρουσιάζει την πρώτη συνάντηση Μήδειας και Ιάσονα στο ναό της Εκάτης. Πρόκειται για μία από τις πολλές τυπικές σκηνές φορτισμένες με έντονο ερωτισμό. Το συναπάντημά τους γίνεται μέσα στην ατμόσφαιρα του εριστικού πάθους της Μήδειας. Οι ομηρικές εικόνες αλλάζουν νόημα όταν τις χειρίζεται ο Απολλώνιος. Για παράδειγμα ο ποιητής για ακόμα μία φορά χρησιμοποιεί επανειλημμένα παρομοιώσεις για να παρουσιάσει όσο το δυνατόν ανάγλυφα τα ταραγμένα αισθήματα της κοπέλας. Επιπλέον, στους στίχους 956 έως 960 ο Ιάσονας συγκρίνεται με το άστρο του Σείριου. Εδώ παρουσιάζεται ένας συσχετισμός με την αντίστοιχη εμφάνιση του Αχιλλέα στη ραψωδία Χ της Ιλιάδας. Μόνο που η ανατολή του μοιραίου αστέρα προαναγγέλλει τα δεινά της παράφορης αγάπης. Είναι προφανές ότι ο ποιητής παίζει με τα υπονοούμενα και τη γνώση που έχει το κοινό του αναφορικά με το μύθο, προκειμένου να πετύχει μια λεπτή ειρωνεία.

Συμπεράσματα

Από την ανάλυση των παραπάνω αποσπασμάτων γίνεται φανερό ότι ο Απολλώνιος αποκαλύπτει την ιδεολογία ενός έργου, που αναφέρεται στο ομηρικό έπος μόνο για να διαφοροποιηθεί, και παίζει επιδέξια με την απόκλιση. Πρόκειται για ένα λόγιο ποίημα, εμπλουτισμένο με φιλολογικές γνώσεις. Επιπρόσθετα παρατηρούμε την αφηρωοποίηση του έπους μέσω του επιβεβλημένου έρωτα, ως αποτέλεσμα θεϊκής παρέμβασης. Δίδεται έμφαση στη γυναικεία ψυχολογία και ειδικότερα στην ερωτική. Εδώ βρίσκεται ο πρωτοποριακός ρόλος του Απολλώνιου ως εισηγητή του ερωτικού στοιχείου που κυριαρχεί στην αφηγηματική ποίηση. Ακόμη, οι λεπτομέρειες της περιγραφής της ψυχικής κατάστασης της Μήδειας πιστοποιούν την παιδεία του Απολλώνιου από τα έργα της αρχαϊκής και κλασσικής αρχαιότητας, της λυρικής και της τραγικής ποίησης. Με λίγα λόγια γινόμαστε μάρτυρες μιας αναδιάταξης της ισορροπίας ανάμεσα στο συγκεκριμένο της επικής αφήγησης και στη διαχρονικότητα του κόσμου της παρομοίωσης. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Β. Φυντίκογλου κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Τόμος Β’, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
  2. Κώστας Δούκας Ομήρου Οδύσσεια, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2002
  3. Κώστας Δούκας Ομήρου Ιλιάδα, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2000
  4. Φ. Μανακίδου κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Τόμος Β’, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001
1 Β. Φυντίκογλου, «Καλλίμαχος» στο
Β. Φυντίκογλου κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Τόμος Β’, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001, σ.59
2 Κώστας Δούκας Ομήρου Οδύσσεια, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2002, σ.20, στ.1
3 Κώστας Δούκας Ομήρου Ιλιάδα, Εκδόσεις Γεωργιάδης, Αθήνα 2000, σ.22, στ.1
4 Φ. Μανακίδου, «Αφηγηματικό έπος και επύλλιον» στο
Φ. Μανακίδου κ.α, Γράμματα Ι: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, Τόμος Β’, Εκδόσεις Ε.Α.Π, Πάτρα 2001, σ.40

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου